Αμβλυωπία θεωρείται η ελαττωμένη όραση του ενός ή και των δύο ματιών. Οφείλεται σε παθολογική ανάπτυξη της όρασης στη βρεφική ή παιδική ηλικία. Δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη κάποιου εμφανούς προβλήματος και γι’ αυτό το λόγο μπορεί να συμβαίνει χωρίς οι γονείς να το έχουν αντιληφθεί.
Αυτή η απώλεια της όρασης οφείλεται σε λάθος πληροφορίες που λαμβάνει ο εγκέφαλος από τα μάτια κατά την ευαίσθητη περίοδο των πρώτων ημερών ή χρόνων της ζωής του παιδιού. Συνήθως συμβαίνει στο ένα μάτι από το οποίο η οπτική πληροφορία είναι ελλιπής, με ανάπτυξη φυσιολογικής όρασης στο άλλο μάτι από το οποίο η οπτική πληροφορία είναι φυσιολογική.
Η φυσιολογική όραση αναπτύσσεται στα πρώτα χρόνια ζωής μας. Κατά τη γέννηση τα βρέφη έχουν πολύ χαμηλή όραση και καθώς χρησιμοποιούν τα μάτια τους η όραση βελτιώνεται γιατί επέρχεται ωρίμανση των οπτικών κέντρων του εγκεφάλου. Στην περίπτωση εκείνη που τα μάτια του βρέφους δεν στέλνουν εξαιτίας παθολογικών παραγόντων καθαρή εικόνα στον εγκέφαλο, το αντίστοιχο οπτικό κέντρο παραμένει ανώριμο παρά την πολλές φορές φαινομενική φυσιολογική εικόνα των ματιών.
Η πιο συχνή αιτία αμβλυωπίας είναι η ύπαρξη μιας διαθλαστικής ανωμαλίας που δεν ανιχνεύτηκε και αντιμετωπίστηκε κατά τη διάρκεια ωρίμανσης των οπτικών κέντρων. Έτσι μια υπερμετρωπία άνω των 3 βαθμών ή ένας αστιγματισμός άνω του 1,5 βαθμού μπορεί να οδηγήσει σε αμβλυωπία του ενός ή σπανιότερα και των δύο ματιών. Μια άλλη επίσης συχνή μορφή αμβλυωπίας είναι εκείνη που συμβαίνει όταν συνυπάρχει στραβισμός έκδηλος ή μικροστραβισμός. Ο τελευταίος πρέπει να σημειώσουμε είναι αντιληπτός μόνο μετά από οφθαλμολογική εξέταση από Παιδοφθαμίατρο. Τέλος μια πιο σπάνια μορφή αμβλυωπίας είναι εκείνη που συμβαίνει όταν για κάποιο λόγο δεν μπορεί να αναπτυχθεί ο οπτικός φλοιός εξαιτίας ανατομικών ανωμαλιών που εμποδίζουν το οπτικό ερέθισμα να φτάσει στον εγκέφαλο. Τέτοιες μπορεί να είναι ο καταρράκτης, η πτώση του βλεφάρου, θολώσεις του κερατοειδούς κ.ά.
Υπάρχουν λοιπόν περιπτώσεις όπως η ύπαρξη στραβισμού ή η πτώση του βλεφάρου όπου οι γονείς βλέποντας το πρόβλημα θα ζητήσουν τη βοήθεια του ειδικού έγκαιρα. Τι γίνεται όμως στις περισσότερες περιπτώσεις όπου το πρόβλημα δεν είναι ορατό; Εκεί είναι απαραίτητη η προληπτική εξέταση από τον ειδικό, ώστε να αποκαλυφθούν οι παθήσεις που προκαλούν αμβλυωπία. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι περιοδικοί προληπτικοί έλεγχοι, εφόσον γίνονται, μπορούν να αποκαλύψουν το πρόβλημα νωρίς ώστε η αντιμετώπιση του να είναι αποτελεσματική. Ο χρόνος δυστυχώς δεν είναι με το μέρος μας γιατί σπάνια μετά την ηλικία των 8-10 ετών μπορεί η αμβλυωπία να θεραπευθεί, ενώ όσο μικρότερη η ηλικία έναρξης του προβλήματος τόσο πιο βαθιά είναι η αμβλυωπία. Έτσι π.χ. ένας πυκνός συγγενής καταρράκτης αν δεν χειρουργηθεί τους πρώτους μήνες της ζωής μας αφήνει βαθιά αμβλυωπία έστω και αν αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά μετά τον πρώτο χρόνο ζωής του παιδιού. Από την άλλη μια διαθλαστική ανωμαλία του ενός ματιού μπορεί να προκαλέσει αμβλυωπία που δύσκολα θα αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά εάν διαγνωστεί κατά τη περίοδο των πρώτων τάξεων του δημοτικού σχολείου.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι μόνο με τη συχνή εξέταση του παιδιού μας από εξειδικευμένο Οφθαλμίατρο- Παιδοφθαλμίατρο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η αμβλυωπία αν υπάρχει, θα διαγνωσθεί έγκαιρα και θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, έτσι ώστε το παιδί μας σε όλη του την ζωή να έχει σωστή όραση και από τα δύο μάτια του.
Κατά την άποψη των ειδικών που ασχολούμαστε με την όραση των παιδιών, οι προληπτικοί έλεγχοι πρέπει να πραγματοποιούνται κατά τη γέννηση στο μαιευτήριο και στις ηλικίες των 1-3-5 ετών. Κατά δε τη σχολική περίοδο πρέπει να πραγματοποιούνται ανά έτος.
Πιο αναλυτικά κατά τη γέννηση μπορούν να διαγνωσθούν παθήσεις και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα όπως ο συγγενής καταρράκτης το συγγενές γλαύκωμα, θολερότητες στον κερατοειδή ή συγγενείς ανωμαλίες του βυθού των ματιών. Κατά τη δεύτερη εξέταση όταν το παιδί είναι 1 έτους, μπορούμε να έχουμε πληροφορίες για τη διαθλαστική κατάσταση των ματιών (ύπαρξη υψηλής υπερμετρωπίας, αστιγματισμού και σπανιότερα μυωπίας), ή ύπαρξη στραβισμού. Στις επόμενες εξετάσεις καθώς το παιδί μπορεί να συνεργαστεί έχουμε μια πλήρη εικόνα για την κατάσταση των ματιών του.
Αν λοιπόν ακολουθήσουμε αυτό το πρωτόκολλο ελέγχων της όρασης μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι το παιδί μας θα μπορέσει να έχει υγιή όραση και από τα δύο μάτια σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Αν αντίθετα η αμβλυωπία δεν διαγνωστεί και δεν αντιμετωπιστεί η αιτία που την προκάλεσε έγκαιρα, τότε αυτή θα παραμείνει σε όλη την ενήλικη ζωή του παιδιού μας. Αυτό θα συμβεί έστω και εάν το αίτιο της αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αργότερα, καθώς η ανωριμότητα των οπτικών κέντρων του εγκεφάλου δεν αναστρέφεται στην ενήλικη ζωή.
Έτσι λοιπόν ακόμη μια φορά στην Ιατρική Επιστήμη επιβεβαιώνεται ο Ιπποκράτης που έλεγε «Κάλλιον το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν»!
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι είναι στο χέρι των γονέων να φροντίσουν έγκαιρα για την υγεία των ματιών των παιδιών τους και να διασφαλίσουν έτσι την φυσιολογική ωρίμανση της όρασης τους. Αυτό μπορεί να διασφαλιστεί μόνο εφόσον ακολουθηθεί το πρόγραμμα προληπτικών ελέγχων και επισκέψεων σε εξειδικευμένους Οφθαλμιάτρους-Παιδοφθαλμιάτρους.