+30 2310 984000
  • Ελληνικά
  • English
  • Προεκλαμψία – Ειδικοί Βιοδείκτες για την έγκαιρη διάγνωση της

    Γράφει η: Κυριαζή Λίντα,
    Ιατρός Βιοπαθολόγος,
    Επιστημονική Υπεύθυνη Μικροβιολογικού Εργαστηρίου, Κλινική ΓΕΝΕΣΙΣ

    Η Προεκλαμψία (εφεξής ΠΕ) είναι μια γενικευμένη νόσος που παρατηρείται στο 2-5% των κυήσεων και σχετίζεται με υψηλό ποσοστό μητρικής και εμβρυϊκής νοσηρότητας και θνητότητας. Χαρακτηρίζεται από υπέρταση, πρωτεΐνουρία και διαταραχή της λειτουργίας διαφόρων οργάνων.

    Εμφανίζεται μετά την 20ή εβδομάδα της κύησης και υποχωρεί συνήθως λίγες μέρες μετά τον τοκετό. Η ΠΕ είναι από τα βασικά αίτια του πρόωρου τοκετού και του περιορισμού της ενδομήτριας ανάπτυξης του εμβρύου (IUGR).

    Προς το παρόν, δεν υπάρχει ειδική θεραπεία της ΠΕ και μοναδικός τρόπος αντιμετώπισής της παραμένει η πρόκληση τοκετού και η ασφαλής απομάκρυνση του πλακούντα, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του εμβρύου.

    Παρότι δεν είναι πλήρως σαφής η παθογένειά της, η ανεπάρκεια του πλακούντα έχει κεντρικό ρόλο, που εκδηλώνεται με τη διαταραχή της ισορροπίας ανάμεσα στους αγγειογενετικούς παράγοντές του (PlGF και sFlt-1), που προκαλούν δυσλειτουργία του ενδοθηλίου των αγγείων. Στη φυσιολογική κύηση υπάρχει μια ισορροπία των επιπέδων τους, η οποία στην ΠΕ διαταράσσεται αρκετές εβδομάδες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων της νόσου. Επομένως η μέτρηση και παρακολούθηση τους βοηθάει σημαντικά για την πρώιμη ανίχνευση σε προσυμπτωματικές έγκυες.

    Η εκτίμηση της πιθανότητας κινδύνου ανάπτυξης της ΠΕ γίνεται από το πρώτο τρίμηνο της κύησης, με τη συνδυασμένη εξέταση του βιοδείκτη PlGF στο μητρικό αίμα ταυτόχρονα με την προγεννητική εξέταση του 1ου τριμήνου (αυχενική διαφάνεια), μεταξύ 11-13+6 εβδομάδων.

    Η έγκαιρη ανίχνευση των περιστατικών που έχουν υψηλή πιθανότητα να αναπτύξουν τη νόσο πριν την εκδήλωση κλινικών συμπτωμάτων επιτρέπει:

    • την απόφαση να ληφθούν προληπτικά μέτρα όπως η χορήγηση χαμηλής δόσης ασπιρίνης που μπορεί να μειώσει σημαντικά την εμφάνιση της νόσου.
    • την εντατική παρακολούθησή τους.

    Με δεδομένη την έλλειψη ειδικής θεραπείας της ΠΕ, την περιορισμένη προγνωστική ικανότητα της διαγνωστικής διαδικασίας, τη στόχευση να μειώσουμε τη μητρική και εμβρυική νοσηρότητα και θνησιμότητα και να περιορίσουμε τις περιττές νοσηλείες, η ένταξη της μέτρησης και αξιολόγησης των sFlt-1 και PlGF στην τυπική διαγνωστική διαδικασία βελτιώνει σημαντικά την εκτίμηση του κινδύνου σε εγκύους με υποψία εμφάνισης ΠΕ.

    Ο προσδιορισμός του λόγου sFlt-1/PlGF στο μητρικό αίμα, που γίνεται από την 20ή εβδομάδα κύησης, σε εγκύους με υποψία εμφάνισης ΠΕ, είναι αξιόπιστη εξέταση για τη βραχυπρόθεσμη ανίχνευση και διάγνωση της ΠΕ, καθώς και για την παρακολούθηση και διαχείρισή της, γιατί βάσει αυτής:

    • αποκλείουμε την εμφάνιση της ΠΕ για την επόμενη 1 εβδομάδα, απαλλάσσοντας την έγκυο βραχυπρόθεσμα από το άγχος της παρακολούθησης και νοσηλείας.
    • εντοπίζουμε τις έγκυες με υπόνοια ΠΕ που θα εκδηλώσουν τη νόσο μέσα στις επόμενες 4 εβδομάδες και χρειάζονται στενότερη παρακολούθηση και επανάληψη ελέγχου.
    • επιβεβαιώνουμε έγκαιρα και με ακρίβεια τη διάγνωση της ΠΕ, εξασφαλίζοντας αποτελεσματική κλινική παρέμβαση και βελτιώνοντας την έκβαση της νόσου τόσο για τη μητέρα όσο και για το παιδί.

    Η συνεκτίμηση του λόγου sFlt-1/PlGF με την κλινική εικόνα και άλλα διαγνωστικά ευρήματα βοηθάει τον κλινικό ιατρό στη λήψη έγκυρης και έγκαιρης απόφασης για τη μητέρα και το παιδί.

    Στο εργαστήριο της Κλινικής ΓΕΝΕΣΙΣ, με μια απλή αιμοληψία εκτελείται η εξέταση των sFlt-1, PlGF για την εκτίμηση κινδύνου εμφάνισης προεκλαμψίας, σε αυτοματοποιημένο αναλυτή, με γρήγορα και αξιόπιστα αποτελέσματα.

    1. 2310-984086, 2310-984080

    *Επεξήγηση βραχυγραφιών

    ΠΕ – προεκλαμψία

    PlGF – πλακουντιακός αυξητικός παράγοντας

    sFlt-1 – διαλυτή fms-like κινάση τυροσίνης